Εισαγωγή
Πριν από λίγες ημέρες είδαν το φως της ευρύτερης δημοσιότητας δύο όμοιες αποφάσεις του Ειρηνοδικείου Άρτας [1] που αφορούν την εργασία που προσέφεραν μαθητευόμενοι του ΟΑΕΔ σε Δήμο, η οποία εντάσσεται πανηγυρικά στην εξαρτημένη εργασία, με τα πλεονεκτήματα που συνεπάγεται και αναδρομικά το γεγονός αυτό.
Εργαζόμενος, μαθητευόμενος, εργασία με στοιχεία μαθητείας
Καταρχάς κρίσιμη είναι η αποσαφήνιση της έννοιας του εργαζομένου. Τα άρθρα 648 επ. ΑΚ και 6 του Ν. 765/1943, όπως ισχύουν, ορίζουν αλλά και νομολογιακά και θεωρητικά έχει κριθεί ότι σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, στην οποία και μόνον εφαρμόζονται οι διατάξεις του εργατικού δικαίου, υπάρχει όταν οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας του μισθωτού για ορισμένο ή αόριστο χρόνο με μισθό. Αδιάφορος είναι ο τρόπος με τον οποίο καθορίζεται και καταβάλλεται ο μισθός, χωρίς ευθύνη του μισθωτού για την επίτευξη ορισμένου αποτελέσματος, και ακόμη όταν ο μισθωτός τελεί σε εξάρτηση από τον εργοδότη του [2]. Αυτή εκδηλώνεται με τα δικαιώματα που απολαμβάνει ο εργοδότης (και τις αντίστοιχες υποχρεώσεις που φέρει ο εργαζόμενος) και ειδικότερα με το δικαίωμα του να ασκεί έλεγχο και εποπτεία ως προς τον τρόπο, τόπο και χρόνο παροχής της εργασίας και την επιμελή εκτέλεση της και με την υποχρέωση του εργαζομένου να συμμορφώνεται στις αναγκαίες εντολές ή οδηγίες του εργοδότη [3].
Ακολούθως κρίσιμη είναι η νομική έννοια του μαθητευόμενου. Ως τέτοιος νοείται ο μισθωτός που αναλαμβάνει με αντάλλαγμα ορισμένη αμοιβή την παροχή γνώσεων για την άσκηση ορισμένου επαγγέλματος ή τέχνης. Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για σύμβαση έργου με εργολάβο το «δάσκαλο» και εργοδότη το μαθητευόμενο. Η σύμβαση έργου δεν έχει αντικείμενο την παροχή εργασίας αλλά την εκπαίδευση [4]. Ταυτόσημη σχεδόν και η άποψη της νομολογίας όπου θεωρείται πως στη σύμβαση μαθητείας ο ένας συμβαλλόμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να μεταδώσει στον άλλον τις αναγκαίες εμπειρικές γνώσεις για την άσκηση από τον τελευταίο κάποιου επαγγέλματος ή τέχνης [5].
Στην πράξη βέβαια η σύμβαση μαθητείας έχει κοινά στοιχεία με τη σύμβαση εργασίας, αφού για την εκμάθηση απαιτείται η παροχή εργασίας, πως την ωφέλειά της λαμβάνει ο δάσκαλος. Τότε πρόκειται για μικτή σύμβαση που κρίσιμο στοιχείο της είναι η παροχή εργασίας, άρα πρόκειται για σύμβαση εργασίας με στοιχεία μαθητείας [6]. Συνεπώς κρίσιμο είναι το αν οι συμβαλλόμενοι απέβλεψαν κυρίως στην παροχή υπηρεσιών ή στην προαγωγή του ατομικού οφέλους του μαθητευόμενου με την εκπαίδευση και ειδίκευση του [7]. Στην περίπτωση που κατισχύει η παροχή εργασίας τότε λόγω της προαναφερομένης μικτής φύσης της, επί της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας μαθητευομένου εφαρμόζονται τόσο οι γενικές όσο και οι ειδικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας [8] και ο εκπαιδευόμενος είναι κανονικός μισθωτός, αφού η εκπαίδευση (δευτερεύον στοιχείο) αποτελεί μέρος της εκπλήρωσης της υποχρέωσης παροχής εργασίας (πρωτεύον στοιχείο) και αντίστοιχα ο χρόνος εκπαίδευσης θεωρείται χρόνος απασχόλησης [9].
Απόφαση για stagers
Στο καθεστώς του εργαζόμενου υπό καθεστώς μαθητείας έκρινε η νομολογία πως ανήκουν και οι stagers. Στην προσπάθεια εκτόνωσης των πιέσεων προς τους νέους ιδίως να βρουν εργασία αποδέχονταν την παροχή εργασίας υπό μορφή σύμβασης μαθητείας. Κατά τον τρόπο αυτό όμως καταστρατηγούνταν ο νόμος και μάλιστα άμεσα από τον άμεσο θεσμοθέτη και επιτηρητή, δηλαδή το Δημόσιο και τους αυτοδιοικητικούς οργανισμούς. Στα πλαίσια αυτά όμως εντάσσονται οι δύο αποφάσεις του Ειρηνοδικείου της Άρτας, οι οποίες συνεχίζουν την προσπάθεια των δικαστηρίων [10] να μην καταστρατηγείται το εργατικό δίκαιο (σε περιόδους μάλιστα έντονων αλλαγών στα εργασιακά και εργοδοτικά κεκτημένα).
Συγκεκριμένα το δικαστήριο έκρινε πως οι stagers προσλήφθηκαν με σκοπό την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας αλλά στην πράξη αυτοί απασχολήθηκαν για την κάλυψη συνήθων, τρεχουσών και απολύτως τακτικών αναγκών, μόνιμης, διαρκούς και πάγιας προοπτικές. Άρα έκρινε το δικαστήριο πως οι stagers παρείχαν εργασία συναρτώμενη και σχετική με αυτή του μόνιμου προσωπικού. Ακόμα ότι ο φορέας απασχόλησής τους -εν προκειμένω εναγόμενο ήταν το ΝΠΔΔ του Δήμου Αρταίων, αφού ήδη έχει κριθεί [11] ότι δεν νομιμοποιείται παθητικά ο ΟΑΕΔ αλλά το ελληνικό Δημόσιο ή ο αντίστοιχος Δήμος- αποσκοπούσε σε απασχόληση ως εργοδότης των stagers ώστε να καλυφθούν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και όχι ως δάσκαλος. Απόκρουση ενός ενδιαφέροντος επιχειρήματος κατά της θεώρησης των stagers ως εργαζομένων γίνεται από το δικαστήριο αναφέροντας πως δεν είναι δυνατό να νοηθεί ότι η μακροχρόνια απασχόληση των stagers γινόταν με αποκλειστικό σκοπό την επαγγελματική τους κατάρτιση, τη μαθητεία, την ένταξη ή την επανεκπαίδευσή τους επί ενός αντικειμένου ευκόλως (και συντόμως) κατανοητού.
Συνέπεια αυτής της απόφασης, η οποία ήδη θεωρείται πως θα δημιουργήσει δικαστικό και νομικό προηγούμενο, είναι οι stagers να δικαιούνται τους ίδιους μισθούς με το μόνιμο προσωπικό της ίδιας κατηγορίας, προϋπηρεσίας και οικογενειακής κατάστασης, επιπλέον τα αντίστοιχα δώρα εορτών και το επίδομα άδειας και απολάμβαναν των ίδιων ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών προνοιών. Τη χρηματική διαφορά επομένως αυτών σε σχέση με την ημερήσια αποζημίωση που λάμβαναν δικαιούνται και θα δικαιωθούν όσοι την αναζητήσουν. Ταυτόχρονα –με αφορμή και άλλες σχετικές αποφάσεις- γίνονται ήδη και καταγγελίες στο ΙΚΑ για την διεκδίκηση ενσήμων και την παροχή ασφαλιστικής κάλυψης και όχι μόνο ιατροφαρμακευτικής [12].
Συμπεράσματα
Σε μια εποχή που οι βασικές πρόνοιες του εργατικού δικαίου αλλάζουν νομοθετικά, συχνά σε βάρος των εργαζομένων (ευελιξία της εργασίας, καταστρατήγηση συλλογικών εργασιακών σχέσεων κ.α.), είναι κρίσιμη και χρήσιμη η ερμηνεία του νόμου να γίνεται προς όφελος των εργαζομένων. Τα οριζόμενα στο νόμο [13] ότι: «είναι άκυρος οιαδήποτε σύμβασις αντικείμενη εις τον παρόντα νόμον, πλην αν είναι μάλλον ευνοϊκή δια τον υπάλληλον... Αι διατάξεις του νόμου τούτου εφαρμόζονται ωσαύτως και επί συμβάσεων εργασίας με ορισμένην χρονική διάρκειαν, εάν ο καθορισμός της διαρκείας ταύτης δεν δικαιολογείται εκ της φύσεως της συμβάσεως, αλλ’ ετέθη σκοπίμως προς καταστρατήγησιν των περί υποχρεωτικής καταγγελίας της υπαλληλικής συμβάσεως διατάξεων του παρόντος νόμου» -πρωτοποριακά για την εποχή τους- παραμένουν, ενενήντα χρόνια μετά, τρομακτικά επίκαιρα.
Παραπομπές:
1] 164/2010 ΕιρΑρτ και 165/2010 ΕιρΑρτ, αδημοσ. στο νομικό τύπο. Κηρύσσονται προσωρινά εκτελεστές
2] Ιωάν.Κουκιάδης, Εργατικό Δίκαιο, ατομικές εργασιακές σχέσεις και το δίκαιο της ευελιξίας της εργασίας, εκδ. Σάκκουλας, Γ΄ έκδοση, Αθήνα-Θεσ/νίκη, 2005, σελ. 182-200 και 220-240
3] Ιωαν. Ληξουριώτης, Εφαρμογές εργατικού δικαίου, ατομικές και συλλογικές εργασιακές σχέσεις, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2008, σελ. 22-26.
4] Κουκιάδης, σελ. 259
5] ΕφΑθ 3263/2001, ΔΕΕ 2002, σελ. 728
6] Το πρόβλημα αντιμετώπισε προς όφελος του μαθητευόμενου/εργαζομένου αρκετά χρόνια πριν η νομολογία. Βλ. ΠρΤρικαλ. 24/1960, ΕΕΔ 28, σελ. 941.
7] ΟλΑΠ 19/87, ΝοΒ 36, σελ. 83, ΕφΑΘ 53867 1996, ΔΕΝ 53, σελ. 957 και ΕφΑΘ 6627/2004, Δνη 2005, σελ. 554
8] ΕφΑθ 6627/2004, Δνη 2005, σελ. 554, επίσης ΑΠ 2052/1990 ΔΕΝ 48, σελ. 17
9] Κουκιάδης, σελ. 260
10] Μείζονα Ολομέλεια ΑΣΕΠ 6/2005 και ΜΠρΑθ 6920/2010 (ΑσφΜ) Α’ δημοσ. Nomos, 524638
11] Ο.π. ΜΠρΑθ 6920/2010
12] Ευ.Καραμανώλη, Ντόμινο προσλήψεων για stagers, εφημ. Καθημερινή, φύλλο 19ης Σεπτεμβρίου 2010
13] Άρθρο 8 παρ. 1 και 3 του Ν. 21 12/1920, (τροποποίηση και ερμηνεία της παρ. 2 με το Ν. 4558/1920, άρθρο 11 Α.Ν. 547/1 937: «Η αληθής έννοια της προηγουμένης παραγράφου –αρθρ. 1- είναι, ότι οιαδήποτε σύμβασις, συναπτομένη προ ή μετά την λύσιν της μισθώσεως εργασίας, είναι αυτοδικαίως άκυρος, πλην αν αύτη περιέχη αναγνώρισιν ή εξόφλησιν ειδικώς των εκ του νόμου τούτου αξιώσεων του υπαλλήλου ή είναι μάλλον ευνοϊκή δια τον υπάλληλον). Η παρ. 3 αφορά διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου αλλά αυτή θέλει τύχει εφαρμογής και για την περίπτωση της σύμβασης εργασίας με μαθητεία όπου ήταν «κανόνας» οι διαδοχικές συμβάσεις μαθητείας.
ΔΙΚΗΓΟΡΙΚA ΓΡΑΦΕΙA
Δικαστηριακή - Συμβουλευτική Δικηγορία και Διαμεσολάβηση, DPO σε:
Θεσσαλονίκη, Aθήνα, Πέλλα (Αριδαία, Γιαννιτσά, Έδεσσα, Σκύδρα), Μακεδονία και σε όλη την Ελλάδα.
Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)
J' accuse...
Κατηγορώ τον αντισυνταγματάρχη Πατύ ντε Κλαμ, γιατί υπήρξε ο σατανικός δράστης της δικαστικής πλάνης..
Κατηγορώ τον στρατηγό Μερσιέ γιατί, το λιγότερο από πνευματική ανεπάρκεια, έγινε συνένοχος του μεγαλύτερου ανομήματος του αιώνα.
Κατηγορώ τον στρατηγό Μπιγιό, γιατί είχε στα χέρια του αναμφισβήτητες αποδείξεις της αθωώτητας του Ντρέιφους και τις έπνιξε..
Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Μπουαντέφρ και τον στρατηγό Γκονζ, γιατί υπήρξαν συνένοχοι του ίδιου εγκλήματος..
Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Πελλιέ και τον ταγματάρχη Ραβαρί, γιατί έκαμαν μια εγκληματική προανάκριση, με την πιο τερατώδη μεροληψία..
Κατηγορώ τους τρεις γραφολόγους Μπελόμ, Βαρινιάρ και Γουάρ, γιατί συνετάξανε ψεύτικες εκθέσεις απατεώνων..
Κατηγορώ το υπουργείο Στρατιωτικών και το Επιτελείο, γιατί έκαμαν στις εφημερίδες ιδιαίτερα στην Αστραπή και στην Ηχώ των Παρισίων, μια βδελυρή και απαράδεκτη εκστρατεία για να παραπλανήσουν τη κοινή γνώμη..
Κατηγορώ, τέλος, το πρώτο Στρατοδικείο γιατί παραβίασε το δίκαιο..
Δικαιοσύνη
Εν δέ δικαιοσύνη συλλήβδην πάσ'αρετή εστί.
Ολες γενικά οι αρετές βρίσκονται μέσα στη δικαιοσύνη.
-Αριστοτέλης