Σύμφωνα με το άρθρο 1439 Α.Κ. όταν η διάσταση συνεχίζεται
άνω των δύο ετών, ο κλονισμός του γάμου, τεκμαίρεται αμάχητα και το διαζύγιο
δικαιούται να το ζητήσει οποιοσδήποτε από τους δυο συζύγους.
Το διαζύγιο διετούς διάστασης ("αυτόματο διαζύγιο") εκδίδεται
ύστερα από άσκηση αγωγής στο Μονομελές Πρωτοδικείο,
κατά την ειδική διαδικασία των γαμικών διαφορών. Αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο
είναι εναλλακτικά το Πρωτοδικείο είτε του τόπου τέλεσης του γάμου –ή πολιτικός
ή δι’ ιερολόγησης- είτε τελευταίας κοινής διαμονής είτε της κατοικίας του
εναγόμενου. Προϋπόθεση
είναι ασφαλώς να έχει μεσολαβήσει η διακοπή της έγγαμης συμβίωση. Νομικά πρέπει
να αποδειχθεί με τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά πως υφίσταται τόσο
φυσική όσο και ψυχική απομάκρυνση των συζύγων μεταξύ τους. Ουσιαστικά θα πρέπει
να υπάρχει κοινή βούληση να μην υπάρχει έκτοτε κοινωνία εγγάμου βίου.
Δικονομικά, κατά τα ισχύοντα στον Κώδικα Πολιτικής
Δικονομίας (οι αλλαγές τις τακτικής διαδικασίας δεν έχουν επεκταθεί στις
ειδικές διαδικασίες) σε κάθε περίπτωση καθένας από τους συζύγους έχει δικαίωμα
να ζητήσει διαζύγιο, όταν η διάσταση διήρκεσε για μια συναπτή διετία. Η διετία
υπολογίζεται αναδρομικά από της αγωγής και ειδικότερα από το χρόνο συζήτησης
αυτής κατά τον οποίο σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 68, 69,
224, 269 και 281 ΚΠολΔ κρίνεται το κεκτημένο του καταγόμενου στη δική
δικαιώματος και όχι από το χρόνο επίδοσης της αγωγής.
Επομένως, στην περίπτωση του "αυτόματου διαζυγίου", οι
σύζυγοι θα πρέπει να βρίσκονται συνεχώς και επί διετία σε διάσταση, έωφς και τη
συζήτηση της αγωγής διαζυγίου. Ταυτόχρονα θα πρέπει η κατάσταση της διακοπής
της έγγαμης συμβίωσης (διάσταση) να έχει κλονίσει τόσο ισχυρά τις σχέσεις των
συζύγων, ώστε μελλοντική επανάληψη και συνέχιση της συμβίωσης να είναι αφόρητη
και ανέφικτη είτε τον/την ενάγοντα/ενάγουσα είτε και για αμφότερους τους
διαδίκους. Το παραπάνω συνδυαστικά με το παραπάνω, ότι δηλαδή ο κλονισμός της
σχέσης των διαδίκων, τεκμαίρεται αμάχητα από την μακροχρόνια συνεχή διάσταση, μέχρι
και τη συζήτηση της αγωγής. Ο ενάγων ή η ενάγουσα ζητά να γίνει δεκτή η σχετική
αγωγή και να κηρυχθεί από το Πρωτοδικείο λυμένος ο γάμος με τον/την αντίδικο.
Μόνο στην περίπτωση που δεν έχει συμπληρωθεί η διετής διάσταση ως την κατάθεση
της αγωγής, ο ενάγων/η ενάγουσα ζητά προκαταβολική δικαστική προστασία κατ’
άρθρο 69 ΚΠολΔ.
Ο διάδικος που ηττάται υποχρεούται να καταβάλει τα δικαστικά
έξοδα στον νικήσαντα, όπως η δικαστική απόφαση τα καθορίζει. Η απόφαση που διατάζει τη λύση του γάμου θα πρέπει να καταστεί τελεσίδικη, δηλαδή είτε να εκδοθεί απόφαση σε δεύτερο βαθμό είτε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία άσκησης ένδικων μέσων σε βάρος της.