ΔΙΚΗΓΟΡΙΚA ΓΡΑΦΕΙA

Δικαστηριακή - Συμβουλευτική Δικηγορία και Διαμεσολάβηση, DPO σε:
Θεσσαλονίκη, Aθήνα, Πέλλα (Αριδαία, Γιαννιτσά, Έδεσσα, Σκύδρα), Μακεδονία και σε όλη την Ελλάδα.




Παρασκευή 11 Απριλίου 2008

Η ΟΣΤΠΟΛΙΤΙΚ ΤΟΥ ΒΙΛΥ ΜΠΡΑΝΤ


Η Ostpolitik που εγκαινίασε ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (BRD - Δυτική Γερμανία) Βίλυ Μπραντ, ήταν μια προσπάθεια αφενός αναθέρμανσης των σχέσεων μεταξύ των δύο Γερμανιών, μεταξύ της BRD και της Γερμανικής Λαϊκής Δημοκρατίας (DDR – Ανατολικής Γερμανίας), αφετέρου μία προσέγγιση με το ανατολικό μπλοκ, κυρίως την Πολωνία και τη Σοβιετική Ένωση (ΕΣΣΔ), η οποία και κρατούσε τα κλειδιά της εξωτερικής πολιτικής του κομμουνιστικού μπλοκ της Ανατολικής Ευρώπης. Κρίνεται αναγκαίο να παρουσιαστεί συνοπτικά η εικόνα των δύο γερμανικών κρατών της Ευρώπης του Ψυχρού Πολέμου, ώστε να κατανοηθεί καλύτερα η ουσιώδους σημασίας συμβολή της Οστπολιτίκ στον περιορισμό της έντασης στην Ευρώπη.

Η Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία ιδρύθηκε το 1949, τέσσερα χρόνια μετά την απελευθέρωση της χώρας από τον Κόκκινο Στρατό. Πρωτεύουσα είναι το Ανατολικό Βερολίνο. Η οικονομική της ανασυγκρότηση πραγματοποιήθηκε με την κοινωνικοποίηση του βιομηχανικού τομέα και συνάμα μία ριζική αγροτική μεταρρύθμιση. Όμως οι παραπάνω ενέργειες έγιναν με συγκεντρωτικό τρόπο, χωρίς τη συμμετοχή των εργαζομένων. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με τις εξωτερικής δυσκολίες (απομόνωση από τις δυτικές χώρες, ασφυκτικός έλεγχος από τη Σοβιετική Ένωση) οδήγησαν την Ανατολική Γερμανία σε οξείς κοινωνικές εντάσεις τη δεκαετία του ’50. Στη συνέχεια ωστόσο το βιοτικό επίπεδο των ανατολικογερμανών βελτιώθηκε, όπως και άλλα σημαντικά μεγέθη της οικονομίας της, χωρίς όμως να μπορεί να συναγωνιστεί τους αντίστοιχους δείκτες της «άλλης» Γερμανίας. Παρόλα αυτά τότε η Ανατολική Γερμανία κατείχε τη δέκατη θέση στον πίνακα της παγκόσμιας βιομηχανικής δύναμης και διατηρούσε τα πρωτεία στο βιοτικό επίπεδο μεταξύ των σοσιαλιστικών κρατών, της ΕΣΣΔ συμπεριλαμβανομένης. Την εξουσία στη χώρα ασκούσε το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα, υπήρχαν μεν άλλα τέσσερα κόμματα, κατέβαιναν στις εκλογές δε με ενιαίο ψηφοδέλτιο και οι κατανομή των 500 εδρών της λαϊκής Βουλής (νομοθετική εξουσία) γινόταν με πάγιο τρόπο. Την εκτελεστική εξουσία ασκούσε το υπουργικό συμβούλιο, υπό την επίβλεψη του κρατικού συμβουλίου (ανώτερη εκτελεστική εξουσία). Πρόεδρος του κρατικού συμβουλίου ήταν από ιδρύσεώς ου μέχρι το 1971 ο Βάλτερ Ούλμπριχτ, ενώ έκτοτε ο Έριχ Χόνεκερ.

Η Γερμανική Ομοσπονδιακή Γερμανία ήταν τριπλάσια σε πληθυσμό και υπερδιπλάσια σε έκταση από την Ανατολική το πρώτο μισό της δεκαετίας του ’70. Από τη Γιάλτα και τη διάσκεψη του Πότσδαμ αποφασίστηκε το μέλλον της μεταπολεμικής – μεταναζιστικής Γερμανίας, και δη ο διαχωρισμός της σε τέσσερις κατεχόμενες ζώνες (σοβιετική – Ανατολική Γερμανία, γαλλική, αμερικανική, αγγλική – Δυτική Γερμανία). Η ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ανακηρύχτηκε ανεξάρτητο κράτος το 1949 με πρωτεύουσα τη Βόννη. Η χώρα ανορθώθηκε οικονομικά με τεράστιες αμερικανικές επενδύσεις (σχέδιο Μάρσαλ). Η Δυτ. Γερμανία εντάχθηκε το 1955 στο ΝΑΤΟ. Το 1957 της επεστράφη από τη Γαλλία το κρατίδιο του Σάαρ. Την ίδια χρονιά ήταν ένα από τα βασικότερα ιδρυτικά μέλη της ΕΟΚ. Η επόμενη δεκαετία χαρακτηρίστηκε από εσωτερική σταθερότητα, υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και ραγδαίας ανόδου των εξαγωγών. Η άσκηση μακρόχρονης χριστιανοδημοκρατικής διακυβέρνησης οδήγησε στις φοιτητικές ταραχές στο Δυτ. Βερολίνο το 1968. Ο αντίκτυπός τους και η γενικότερη πολιτική αλλαγή στη Δυτ. Ευρώπη για προοδευτικότερες τάσεις ανέβασαν στην εξουσία το SPD (σοσιαλδημοκράτες) με καγκελάριο το Βίλυ Μπραντ.

Ο Βίλυ Μπραντ γεννήθηκε το 1913 στο Λίμπεκ. Το πραγματικό του όνομα είναι Μπραντ Χέρμπερτ Καρλ. Ήταν νόθος και σε ηλικία 17 ετών έγινε μέλος του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος. Μετά το 1933 κατέφυγε στη Νορβηγία, όπου σπούδασε στο Όσλο και αργότερα πήγε στη Σουηδία, όπου εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Το 1945 επιστρέφει στη Γερμανία και το 1950 εκλέγεται μέλος της Βουλής του Βερολίνου και αργότερα πρόεδρός της. Το 1957 εκλέγεται δήμαρχος της πόλης, θέση που διατήρησε μέχρι το 1961. το 1964 γίνεται πρόεδρος τους SPD (σοσιαλδημοκράτες). Το 1971 του απονέμεται το Νόμπελ Ειρήνης για την επιτυχία της οστπολιτίκ, την προσπάθεια περιφρούρησης της ειρήνης και της εξομάλυνσης των σχέσεων με το ανατολικό «στρατόπεδο». Διατέλεσε πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς από το 1976 ως το 1992. Ο Μπραντ είχε, τέλος, ιδιαίτερη σχέση με την Ελλάδα. Μεταξύ άλλων έχει πάρει το Χρυσό Κλειδί των Αθηνών και έχει ανακηρυχθεί επίτιμος διδάκτωρ του Παντείου Πανεπιστημίου.

Το 1966 η BRD κυβερνάται για πρώτη φορά από ένα μεγάλο συνασπισμό CDU και SPD με καγκελάριο τον Κουρτ Γκέοργκ Κίζιγκερ. Ο Μπραντ ήταν ο νέος υπουργός Εξωτερικών και σε θέση πλέον να προωθήσει τις απόψεις του κόμματός τους για σύναψη δεσμών με την Ανατολική Γερμανία.

Χωρίς να έχει επίσημα αναγνωρίσει την DDR, ο Μπραντ προωθεί την πολιτική τη ύφεσης με το ανατολικό μπλοκ ως προτιμότερη από την αντιπαράθεση και ξεκίνησε διπλωματικές σχέσεις ακόμα και με χώρες που αναγνώρισαν την Ανατολική Γερμανία. Είχε την προσδοκία ότι οι χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας (αντίπαλο δέος του ΝΑΤΟ) θα νιώσουν καθησυχασμένες για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, ότι η Γερμανία θα αποκτήσει ισχυρό ρόλο στην κεντρική Ευρώπη και ότι τελικά θα γκρεμιστούν οι φραγμοί με την Ανατολική Γερμανία. Η σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία το 1968, αποδείχτηκε ανασχετικός παράγοντας, κι έτσι η οστπολιτίκ του Μπραντ δεν έγινε πλήρης πραγματικότητα πριν γίνει ο ίδιος καγκελάριος.

Το Σεπτέμβριο του 1969 το SPD ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει τις εκλογές αρκετά ενωμένο, με κυβερνητική εμπειρία και με καλή εκπροσώπηση από τον Μπραντ. Στις 21/10/1969 ο Βίλυ Μπραντ εκλέγεται καγκελάριος από την ομοσπονδιακή Βουλή, ο πρώτος σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της BRD και σχηματίζει κυβέρνηση συνασπισμού με τους Φιλελεύθερους (FDP). Υπουργός εξωτερικών και αντικαγκελάριος ορίζεται ο Βάλτερ Σέελ, αρχηγός των Φιλελευθέρων. Τα αποτελέσματα της εκλογικής αναμέτρησης της 28ης Σεπτεμβρίου απέδωσαν 242 έδρες στους χριστιανοδημοκράτες – χριστιανοκοινωνιστές (CDUCSU) με 46,1%, στους σοσιαλδημοκράτες (SPD) 224 έδρες με 42,7% και στους φιλελευθέρους (FDP) 30 έδρες και 5,8%. Οι Εθνικοί Δημοκράτες, ένα δεξιό κόμμα, δεν κατάφεραν να εκπροσωπηθούν στο κοινοβούλιο.

Ο νέος καγκελάριος, συνεπικουρούμενος από τον ΥΠΕΞ Σέελ και τον Έγκον Μπαρ, ανέπτυξε με ευχέρεια την οστπολιτίκ του, αλλά και με πολύ πιο αποτελεσματικό τρόπο από την εποχή που ήταν ο ίδιος υπουργός Εξωτερικών. Ο Μπραντ ήταν μετριοπαθής, λογικός και συνάμα δυναμικός. Βρισκόταν άλλωστε μπροστά σε μια συγκυρία κατά την οποία η ύφεση μεταξύ Ανατολής και Δύσης ήταν όλο και πιο ευπρόσδεκτη από τις ΗΠΑ και υπήρχε μεγάλη ανάγκη να μην τεθεί σε κίνδυνο η ενότητα της Δύσης.

Βεβαίως από το 1966 πολλαπλασιάζονται στην ΟΔΓ τα σημάδια μιας επικείμενης αναθέρμανσης, η κυβέρνηση της Βόννης εγκαταλείπει διακριτικά το δόγμα Χάλσταϊν (τη διακοπή κάθε διπλωματικής σχέσης με όσες χώρες αναγνωρίζουν τη ΛΔΓ) και ο καγκελάριος Έραρντ προτείνει στις χώρες της ανατολικής ένα σύμφωνο μη επιθέσεως. Μέχρι το 1969 και την καγκελαρία του Μπραντ αυτοί οι μικροί βηματισμοί οφείλονται στην αντίθεση των χριστιανοδημοκρατών αλλά και την απροθυμία των σοβιετικών και ανατολικογερμανών ηγετών, οι οποίοι τρέμουν τον κίνδυνο μιας ιδεολογικής μόλυνσης μετά το «ξεπάγωμα» των σχέσεων με τη Βόννη.

Η ύφεση μεταξύ των υπερδυνάμεων διευκολύνει την οστπολιτίκ του Μπραντ. Οι ΗΠΑ, καίτοι φοβούνται για τη συνοχή του δυτικού στρατοπέδου, επιθυμούν μια ελάφρυνση των ευρωπαϊκών τους υποχρεώσεων καθώς τα σύννεφα στη νοτιοανατολική Ασία άρχιζαν να πυκνώνουν. Οι Ρώσοι αποδέχονται την προοπτική μιας διεθεύτησης του γερμανικού προβλήματος διότι επιθυμούσαν την αναγνώριση των τετελεσμένων από τον Β’ Π.Π., πράγμα που υλοποιείται με τις συμφωνίες του Ελσίνκι το 1975. Επιστέγασμα της ύφεσης μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων είναι οι λεγόμενες Συμφωνίες για τον περιορισμό των Στρατηγικών Εξοπλισμών (SALT). Επιπρόσθετα η αποχώρηση του ανατολικογερμανού Ούλμπριχτ από την εξουσία και η άνοδος του Χόνεκερ καθώς και ο θάνατος του Ντε Γκωλ, που θα μπορούσαν να αντιταχθούν στην πολιτική αυτή, επιταχύνουν τις εξελίξεις.

Ο Βίλυ Μπραντ δίνει το σύνθημα τη αναθέρμανσης όταν χαρακτηρίζει ουτοπικές τις ελπίδες για επανένωση των Γερμανιών. Ταυτόχρονα προτείνει την έναρξη διαβουλεύσεων με το καθεστώς της ΛΔΓ. Αμέσως αρχίζουν συνομιλίες ανάμεσα στη Δυτική Γερμανία από τη μια και την Ανατολική, τη Σοβιετική Ένωση και την Πολωνία από την άλλη. Ο Μπραντ φρόντιζε να δίνει προτεραιότητα στις επαφές με την ΕΣΣΔ, καθώς γνώριζε ότι αυτή υπαγορεύει τη γενικότερη στάση των άλλων κρατών.

Στις 12 Αυγούστου του 1970 υπογράφεται στη Μόσχα ένα πρώτο σύμφωνο, με το οποίο ΕΣΣΔ και ΟΔΓ αποκλείουν την προσφυγή στα όπλα και δηλώνουν ότι σέβονται «χωρίς περιορισμό την εδαφική ακεραιότητα όλων των ευρωπαϊκών κρατών στο πλαίσιο των σημερινών τους συνόρων», άρα και τη γραμμή Όντερ – Νάισσε και τα μεταξύ των δύο Γερμανιών σύνορα. Στις 4 Δεκεμβρίου του 1970 στη Βαρσοβία υπογράφεται το δεύτερο σύμφωνο μεταξύ ΟΔΓ κι Πολωνίας, που επαναλαμβάνει τι δεσμεύσεις του προηγούμενου συμφώνου και επιτρέπει επιπλέον. τη μετανάστευση των Πολωνών γερμανικής καταγωγής. Εκείνες τις μέρες ο καγκελάριος γονάτισε μπροστά στο μνημείο του γκέτο της Βαρσοβίας αποτίοντας φόρο τιμής. Από την άλλη μεριά η συμφωνία με την Πράγα θα καθυστερήσει μέχρι το Δεκέμβριο του 1973.

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1971 μονογράφεται μετά από πολύμηνες και δύσκολες διαπραγματεύσεις η τετραμερή συμφωνία για το Βερολίνο, στερνό μήλο της έριδος ανάμεσα στις δύο Γερμανίες και επίμαχο ως τότε ζήτημα του Ψυχρού Πολέμου στην Ευρώπη. Στη συνθήκη του Βερολίνου οι τέσσερις δυνάμεις κατοχής της πόλης, ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Βρετανία και Γαλλία επιβεβαιώνουν τις ευθύνες και τα δικαιώματά τους όσον αφορά το Βερολίνο. Στη συνθήκη αναφέρεται σαφώς ότι το ειδικό status quo του Δυτ. Βερολίνου, το οποίο «δεν είναι συστατικό στοιχείο της Γερμανικής Δημοκρατίας», δε θα συνεδριάζει εκεί ξανά η ομοσπονδιακή βουλή, δε θα κυβερνάται τέλος από τη Βόννη, αλλά από τον εκάστοτε δήμαρχο (τότε τον Κλάους Σουτς, θέση που 10 χρόνια πριν κατείχε ο Μπραντ) και μια γερουσία. Η ΕΣΣΔ υποχρεώνεται να διευκολύνει τη μετακίνηση ανθρώπων μεταξύ του Δυτ. Βερολίνου και της ΟΔΓ. Στη Συνθήκη αποφασίζεται ακόμα, οι κυβερνήσεις της ΟΔΓ, της ΛΔΓ και του Δυτ. Βερολίνου να ρυθμίσουν τα επιμέρους θέματα για τη διευκόλυνση τη επικοινωνίας και των επισκέψεων των Δυτικοβερολινέζων, στους οποίους δίδεται άδεια επίσκεψης 30 ημερών στο Ανατολικό Βερολίνο και τη ΛΔΓ.

Τέλος στις 21/12/1972 οι εκπρόσωποι των δύο Γερμανιών υπογράφουν τη «θεμελιώδη συνθήκη» με την οποία ΟΔΓ και ΛΔΓ αναγνωρίζονται αμοιβαία ως ισότιμα κράτη με κυριαρχικά δικαιώματα. Επειδή δεν είναι όμως «ξένα» μεταξύ τους ανταλλάσσουν «μόνιμους αντιπροσώπους» και όχι πρέσβεις. Επικαλούμενη τη Χάρτα των Ηνωμένων Εθνών, η συνθήκη ορίζει πως «Η ΟΔΓ και η ΛΔΓ θα διευθετούν τις διαφορές τους αποκλειστικά με ειρηνικά μέσα και θα απέχουν από την απειλή ή χρήση βίας. Επαναβεβαιώνουν το απαραβίαστο των μεταξύ τους υφιστάμενων συνόρων στο παρόν και στο μέλλον και δεσμεύονται να σεβαστούν ανεπιφύλακτα την εδαφική τους ακεραιότητα». Το 1973 επισφραγίζεται υ επιτυχία της Ostpolitik με την είσοδο των δύο Γερμανιών στον ΟΗΕ.

Μετά την επικύρωση των λεγόμενων και «Ανατολικών Συνθηκών», λόγω αυτής και μιας κυβερνητικής κρίσης στα μέσα του 1972 ο καγκελάριος έζησε δύσκολες στιγμές. Ο Μπραντ κερδίζει τη ψηφοφορία λόγω πρότασης μομφής εναντίον του από το CDU και ο λαός με διαδηλώσεις στάθηκε στο πλευρό του. Ο Μπραντ ήταν αρκετά ισχυρός και προκαλεί στο Σεπτέμβριο μια εικονική ήττα στο Bundestag προκειμένου να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Από τις εκλογές του Νοεμβρίου το SDP για πρώτη φορά με 46% περνά μπροστά από το CDU (45%) ενώ και το FDP βελτίωσε τα ποσοστά του κυμαινόμενο στο 8,5%.

Ο Ρεαλισμός υπερίσχυσε της νοσταλγίας και ο γερμανικός λαός έδωσε τη συναινεσή του σε μια θαρραλέα πολιτική, παρ’ όλο που μερικοί τη θεωρούσαν ξεπούλημα των νόμιμων δικαιωμάτων της ΟΔΓ και απεμπόληση των ιερών και οσίων στο βωμό μιας εξομάλυνσης που ευνοούσε το εμπόριο. Αυτό ήταν το τίμημα για να ξεπεράσει η Γερμανία το στάδιο του «πολιτικού νάνου» και να αποκτήσει στη διεθνή σκηνή πολιτικό ρόλο αντάξιο του μεγέθους της.

Η αντικειμενική, εξαιτίας της οικονομικής ύφεση (πετρελαϊκής κρίσης του 1973), μείωση των γερμανικών ενδιαφερόντων για συναλλαγές με τι σοσιαλιστικές χώρες στένεψε τα όρια της οστπολιτίκ. Επίσης η οστπολιτίκ δεν έφερε κάποια σημαντική αλλαγή στην κομμουνιστική εξουσία στην Ανατολική Ευρώπη. Ο Μπραντ αν και είχε κερδίσει σαρωτικά τις εκλογές παραιτήθηκε από καγκελάριος εξαιτίας ενός σκανδάλου κατασκοπίας (συνελήφθη ένα μέλος του γραφείου του να κατασκοπεύει για λογαριασμό της Ανατολικής Γερμανίας). Διάδοχός του εκλέχτηκε ο Χέλμουτ Σμιτ ο οποίος συνέχισε μέχρι το 1982 τη δεκαεξάχρονη πολιτική κυριαρχία των σοσιαλδημοκρατών.

Παρόλο που κατηγορήθηκε ως ο καγκελάριος που είχε αποδεχθεί τη διαίρεση της Γερμανίας, ο Μπραντ είχε ενισχύσει τα θέση της χώρα του στον κόσμο. Το 1978 ως αποτέλεσμα της οστπολιτικ ο πρόεδρος της Σοβιετικής Ένωσης, Λεονίντ Μπρέζνιεφ, επισκέφθηκε τη Βόννη και οι δυο χώρες υπέγραψαν μακροχρόνια συμφωνία εμπορικών συναλλαγών. Επιπρόσθετα οι προσωπικές επαφές ανάμεσα στους πολίτες της Ανατολικής και της Δυτικής Γερμανίας συνέχισαν να αυξάνονται. Βέβαια η οστπολιτίκ τέθηκε σε σοβαρό κίνδυνο όταν το 1979 ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζίμμυ Κάρτερ, εξαιτίας της σοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν, σκλήρυνε τη θέση του έναντι της ΕΣΣΔ και ο Ψυχρός Πόλεμος αναβίωσε. Η γερμανική εξωτερική πολιτική ακολούθησε, όπως και η γαλλική υπό τον Ζισκάρ, πιο αυτόνομη πορεία. Τελικά είκοσι χρόνια μετά την υπογραφή της βασικής συνθήκης μεταξύ των δύο γερμανικών κρατών, που φάνταζαν, τότε, αμετάκλητα χωρισμένα, η ιστορία θα δικαίωνε τον πρώην δήμαρχο του Βερολίνου.

συνδέσεις σε κοινωνικά δίκτυα

Piano & Band

J' accuse...

Κατηγορώ τον αντισυνταγματάρχη Πατύ ντε Κλαμ, γιατί υπήρξε ο σατανικός δράστης της δικαστικής πλάνης..
Κατηγορώ τον στρατηγό Μερσιέ γιατί, το λιγότερο από πνευματική ανεπάρκεια, έγινε συνένοχος του μεγαλύτερου ανομήματος του αιώνα.
Κατηγορώ τον στρατηγό Μπιγιό, γιατί είχε στα χέρια του αναμφισβήτητες αποδείξεις της αθωώτητας του Ντρέιφους και τις έπνιξε..
Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Μπουαντέφρ και τον στρατηγό Γκονζ, γιατί υπήρξαν συνένοχοι του ίδιου εγκλήματος..
Κατηγορώ τον στρατηγό ντε Πελλιέ και τον ταγματάρχη Ραβαρί, γιατί έκαμαν μια εγκληματική προανάκριση, με την πιο τερατώδη μεροληψία..
Κατηγορώ τους τρεις γραφολόγους Μπελόμ, Βαρινιάρ και Γουάρ, γιατί συνετάξανε ψεύτικες εκθέσεις απατεώνων..
Κατηγορώ το υπουργείο Στρατιωτικών και το Επιτελείο, γιατί έκαμαν στις εφημερίδες ιδιαίτερα στην Αστραπή και στην Ηχώ των Παρισίων, μια βδελυρή και απαράδεκτη εκστρατεία για να παραπλανήσουν τη κοινή γνώμη..
Κατηγορώ, τέλος, το πρώτο Στρατοδικείο γιατί παραβίασε το δίκαιο..

Δικαιοσύνη

Εν δέ δικαιοσύνη συλλήβδην πάσ'αρετή εστί.

Ολες γενικά οι αρετές βρίσκονται μέσα στη δικαιοσύνη.
-Αριστοτέλης