Μετά από ένα σίριαλ δεκαπέντε ετών, σε ότι έχει να κάνει με την ονομασία του βόρειου γείτονα της Ελλάδας, όλα δείχνουν ότι οδηγούμαστε σε ένα τέλος. Αν θέλουμε να είμαστε εύστοχοι στις παρατηρήσεις μας και αποτελεσματικοί στις προτάσεις μας, θα πρέπει να καταλάβει κανείς ότι το πρόβλημα ξεκίνησε πολύ πιο πριν και να ορίσουμε σαν χρονική αρχή το 1945.
Τότε που η Ελλάδα σπαράσσονταν από έναν αδερφοκτώνο πόλεμο, ο Τίτο, περιβεβλημένος τον μανδύα του αντιστασιακού εθνικού ήρωα, δημιούργησε την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας. Το 6ο και νοτιότερο ομόσπονδο κρατίδιο, έως τότε επαρχία της Σερβίας με μεγαλύτερη πόλη τα Σκόπια, ονομάστηκε Μακεδονία. Οι τότε πολιτικές συνθήκες (προσέγγιση Τίτο στη Δύση, πολιτική σχέση Καραμανλή – Τίτο) αποτελούσαν τροχοπέδη για την αντίδραση της Ελλάδας, στη στάση των Γιουγκοσλάβων. Ταυτόχρονα υπήρξε μια έντονη προσπάθεια δημιουργίας εθνικής συνείδησης. Οι τέως βουλγαρίζοντες/σερβίζοντες Σλάβοι έγιναν Μακεδόνες, και απέκτησαν γλώσσα, πολιτισμό, ιστορία. Η προσπάθειά τους ήταν όντως αξιέπαινη. Σε διάστημα 50 χρόνων έκαναν τις απόψεις τους δόγμα, και μάλιστα αποδεκτό από τη διεθνή κοινότητα. Σε αυτό βοήθησε και η αδράνεια της Ελλάδας ή η μηδαμινή αντίδραση της Βουλγαρίας. Την ώρα που η διασπορά των σκοπιανών έκανε προπαγάνδα, στην Ελλάδα θεωρούσαμε με τους ομογενείς μας στην Αυστραλία, γραφικούς που υπερασπίζονταν την μακεδονική ιστορία. Άλλωστε για την Ελλάδα, δεν υπήρχε «Μακεδονικό»..
Στενόπνοη πολιτική
Οι σπασμωδικές κινήσεις της Ελλάδας, μετά το 1991 δεν έφεραν αποτέλεσμα. Ήταν πολύ δύσκολο να πείσεις την διεθνή κοινότητα για τις θέσεις σου, που τις θυμήθηκες ξαφνικά (!) μετά από μισό αιώνα. Έφτασε η Ελλάδα να είναι για όλους του άλλους, η αντιδραστική και να θεωρείται πεισματάρα σε ένα ασήμαντο για όλους τους άλλους ζήτημα. Και αντί να προσπαθήσει η χώρα μας, με κάθε δυνατό μέσο να αλλάξει το κλίμα παγκοσμίως, επαναπαύθηκε στην Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995, και στρουθοκαμήλιζε. Βαυκαλιζόταν πως κατακτούσε οικονομικά τα Σκόπια, και ότι είναι ο παράγων σταθερότητας και ευημερίας στην περιοχή, όπου όλοι θα την είχαν ανάγκη.
Δυστυχώς τα άλλα κράτη της περιοχής δεν χρειάζονταν μεσολαβητή για να έρθουν σε επαφή με τις «μεγάλες δυνάμεις» (ΗΠΑ, ΕΕ) αλλά έγιναν βασιλικότερες του βασιλέως και πλέον αυτές είναι (τουλάχιστον για τις ΗΠΑ) ο πιο πιστός σύμμαχος στην περιοχή. Οι ΗΠΑ, αλλά από κοντά και η ΕΕ, δεν δίστασαν να πάρουν το μέρος των Σκοπίων στη διαμάχη με το όνομα (αναγνωρίστηκαν από τις ΗΠΑ με το συνταγματικό τους όνομα, ενώ η Μέρκελ – ενώπιον του Καραμανλή- αποκαλούσε το κράτος ως «Μακεδονία».), καθώς επιθυμούν να εντάξουν τα Σκόπια στους Ευρωατλαντικούς θεσμούς. Ενόψει όλων αυτών, μοιάζει αυτονόητο, ότι η Ελλάδα δεν έχει άλλη λύση, από το να εκλιπαρεί για έναν συμβιβασμό, τον οποίον αρνείται η άλλη πλευρά.
Μη αντίδραση στη δράση
Ο υψηλός στόχος, που έθεσε το 1991 η Ελλάδα (όχι ονομασία με συστατικό το Μακεδονία) δε συνοδεύτηκε από ανάλογες κινήσεις. Αν ακολουθούσαμε, σαν κράτος, «επιθετική» (όχι βίαιη-ενοπλη) εξωτερική πολιτική τα δεδομένα θα ήταν αλλιώς. Με τον όρο επιθετική πολιτική, γίνεται νοητή η δράση ενός κράτους, και όχι η αντίδραση του. «Επίθεση» κάνεις με προβολή των ισχυρισμών σου σε όλα τα επίπεδα. Διέρχεσαι κάθε μέσο, για να πετύχεις τους στόχους σου. Η άποψη αυτή δεν είναι μακιαβελική, εν όλω, καθώς προασπίζεσαι τα δίκαιά σου αιτήματα (όσο υπάρχει αντικειμενικό δίκιο-αλήθεια στις διεθνείς σχέσεις).
Ό,τι δεν έκανε η Ελλάδα τα χρόνια που πέρασαν, είναι ευκαιρία να τα πράξει τώρα. Καλό θα είναι να επέλθει η όποια λύση. Είτε να γίνουν δεκτές οι απόψεις Νίμιτς, είτε να ασκηθεί το βέτο (ειδάλλως γίνεσαι ρεζίλι διεθνώς και στο εσωτερικό, καθώς έχεις διακηρύξει από καιρό την πρόθεσή σου για άσκηση του δικαιώματος αρνησικυρίας).
Νέα πολιτική, νέες προοπτικές
Μετά από αυτές τις κινήσεις, όποιες και αν είναι αυτές, θα πρέπει σαν κράτος, η Ελλάδα να αναθεωρήσει την πολιτική της. Να εκμεταλλευτεί πραγματικά, την υπεροχή της έναντι του βόρειου γείτονα. Να εξαπολύσει μια καμπάνια παγκοσμίως, όπου θα διατρανώνει τα επιχειρήματά της. Και σε επίπεδο διπλωματίας, αλλά και σε άλλους τομείς.
Αφού τα Σκόπια θέλουν να λέγονται Μακεδονία, προσπάθησε (σαν κράτος) να τους εντάξεις σε ό,τι εσύ εννοείς ως Μακεδονία. Μέσω πολιτιστικών επαφών, όπως καλλιτεχνικές δραστηριότητες, λαογραφία, ήθη και έθιμα. Θα γίνουν έτσι αντιληπτά από τους γείτονες, ότι τα κοινά σημεία με την Ελλάδα είναι πάρα πολλά. Θέλουν να θεωρούνται απόγονοι του Αλέξανδρου. Ας γίνει έτσι. Παράλληλα θα πρέπει να κατανοήσουν, ότι έτσι έρχονται σε επαφή με την ελληνική ιστορία και πολιτισμό. Ναι ο Αλέξανδρος ήταν Μακεδόνας. Ναι και εσείς και εμείς είμαστε Μακεδόνες. Είμαστε φορείς του κοινού αρχαιοελληνικού πνεύματος, που στα ελληνιστικά χρόνια κατέστη Οικουμενικό. Μας ενώνει η Ιστορία, δε μας διχάζει. Τα μοναστήρια στην Οχρίδα, είναι ίδια με αυτά της ελληνικής Μακεδονίας. Η θρησκεία είναι η ίδια. Η βυζαντινή κληρονομιά κοινή. Ο Οθωμανός ήταν δυνάστης για όλους του Βαλκάνιους. Δεινοπαθούσαν και οι Σλάβοι και οι Έλληνες της Μακεδονίας. Την ίδια Μακεδονική Μουσική ακούμε τους ίδιους χορούς χορεύουμε, κοινά έθιμα έχουμε. Στις ίδιες παραλίες παραθερίζουμε το καλοκαίρι. Στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης σπουδάζουμε αμφότεροι. Από τα ίδια εμπορικά κέντρα ψωνίζουμε.
Η επίθεση φιλίας, είναι το καλύτερο όπλο στην φαρέτρα των ελληνικών θέσεων. Φιλία όχι ρηχή και μονοσήμαντη. Προσέλκυσή τους στο κοινό μέλλον της περιοχής, ως ευρωπαϊκός χώρος. Προσπάθειες ώστε να νιώσουν οι γείτονες, ότι σαν Μακεδόνες, που θέλουν να λέγονται, είναι συμμέτοχοι της ελληνικής ιδέας. Ο Μακεδονισμός, σαν ιδεολογία τους, να λάβει το χαρακτήρα του Μακεδονισμού της Ελληνιστικής εποχής. Αφού δεν μπορείς πολιτικά να τους νικήσεις, κέρδισέ τους με τον πολιτισμό, τις συχνές αλληλοεπαφές, την προοπτική της ευημερίας. Ταυτόχρονα προέβαλλε στο εξωτερικό, σε ακαδημαϊκό και καθημερινό επίπεδο, την ορθή Ιστορία.
Οι παραπάνω δράσεις, αποτελούν τομές και ρήξεις με παγιωμένα στερεότυπα στην ελληνική κοινωνία, την πολιτική ελίτ, και την εξωτερική πολιτική. Οι ηττοπαθείς αντιλήψεις ας υποχωρήσουν, χάριν μιας καινοτόμας πολιτικής αντίληψης. Ας διατεθούν κονδύλια προς αυτό το σκοπό, που θα ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στις σχέσεις μας με τα Σκόπια. Από την άλλη, πρέπει να εγκαταλειφθεί η τακτική του να έχεις υψηλές απαιτήσεις, αλλά να πράττεις ελάχιστα, ώστε να επιτύχεις. Το αρνητικό πρόσημο στο «Μακεδονικό» ζήτημα, ήρθε η ώρα να αλλάξει. Απαιτείται ριζοσπαστισμός, ρηξικέλευθες ιδέες και συνακόλουθα έργα.